Σελινούς

Σελινούς είναι το όνομα μιας αρχαιοελληνικής αποικίας στη νοτιοδυτική ακτή της Σικελίας· το όνομά της η αποικία το χρωστά στο σέλινο, που ακόμη παράγεται εκεί σε άγρια μορφή. Το φυτό μάλιστα αυτό εικονίζεται και σε νομίσματα της πόλης.
Ιστορία: η πόλη ιδρύθηκε από μιαν άλλη ελληνική αποικία της Σικελίας, τα Μέγαρα Υβλαία, το 650 π.Χ. σε μια περιοχή, όπου δεν μαρτυρούνται προηγούμενοι εποικισμοί. Στη μεγάλη της ακμή, που οφείλεται στο γεγονός ότι η εδαφική της κυριαρχία ήταν πολύ εκτεταμένη, έφτασε κατά τον 6ο και 5ο αι. Η Σελινούς ως προς τη γεωγραφική της θέση είναι η πιο ‘δυτική’ ελληνική αποικία της Σικελίας· για το λόγο αυτό είχε απευθείας επαφή με την περιοχή που ήλεγχαν οι Καρχηδόνιοι. Έτσι, η ιστορία της μέχρι τη ρωμαϊκή κατάκτηση του νησιού προσδιορίζεται από αυτήν τη συνοριακή θέση.
Παρόλο που αρχικά η πόλη διατηρούσε καλές σχέσεις με τους Καρχηδονίους, μετά την ήττα των τελευταίων στην Ιμέρα το 480 π.Χ. (την ίδια χρονιά κατάγουν περίλαμπρη νίκη και οι Έλληνες επί των Περσών στη ναυμαχία της Σαλαμίνας) συνήψε συμμαχία με  την ισχυρότερη αποικία της Σικελίας, τις Συρακούσες.
Η αντιπαλότητά της Σελινούντος με την Σεγέστη λόγω εδαφικών αμφισβητήσεων προκάλεσε διάφορους πολέμους: η πρώτη σύγκρουση, από την οποία η Σεγέστη βγήκε νικήτρια, συνέβη το 580. Το 415 η τελευταία ζήτησε βοήθεια από την Αθήνα, προκειμένου να σταματήσει την επέκταση της Σελινούντος, που υποστηριζόταν από τις Συρακούσες. Οι Αθηναίοι, χρησιμοποιώντας το αίτημα ως πρόφαση για την περίφημη σικελική εκστρατεία, ανταποκρίθηκαν στέλνοντας αξιόλογη στρατιωτική δύναμη, αλλά το αποτέλεσμα ήταν απογοητευτικό για τη θαλασσοκράτειρα Αθήνα: από την οικτρή ήττα που υπέστη στη Σικελία αρχίζει και η βαθμιαία πτώση της έως την τελική ήττα του 404 και την παράδοσή της στους Λακεδαιμόνιους.
Λίγα χρόνια αργότερα και για τη Σελινούντα θα σημάνει το τέλος, όταν το 409 θα καταληφθεί εξ εφόδου από τους Καρχηδόνιους του Αννίβα· από τον πληθυσμό της πόλης 16000 σκοτώθηκαν, 5000 αιχμαλωτίστηκαν και 2600 κατέφυγαν στον Ακράγαντα.
Η Σελινούς θα κατοικηθεί και θα ανοικοδομηθεί επί των ημερών του συρακούσιου κυβερνήτη Ερμοκράτη, που θα τη χρησιμοποιήσει ως κέντρο των πολεμικών του επιχειρήσεων κατά των Καρχηδονίων. Με το θάνατο του Ερμοκράτη η πόλη έχασε κάθε πολιτική σημασία: καταλήφθηκε πάλι από τους Καρχηδονίους και στη συνέχεια από το βασιλιά της Ηπείρου Πύρρο (276 π.Χ.), ώσπου να βρεθεί τελικά υπό ρωμαϊκή κατοχή. 
Κατά τη βυζαντινή εποχή ένας ισχυρός σεισμός έδωσε τη χαριστική βολή στην πόλη, μια και κατάντησε όλα τα μνημεία της σωρό ερειπίων. Από τότε και μετά η Σελινούς χάθηκε από την ιστορική μνήμη.




Αρχαιολογία: ο αρχαιολογικός χώρος της Σελινούντος καταλαμβάνει έκταση 40 εκταρίων (=400000 τ.μ.) και περιλαμβάνει τρεις λόφους, την ακρόπολη και τις νεκροπόλεις.
Η ακρόπολη, κατασκευασμένη πάνω σε ασβεστολιθικό υψίπεδο, διαθέτει μεγάλο τείχος εξοπλισμένο με βαθμίδες, εντυπωσιακές οχυρώσεις, πύργους και αντιτείχιση. Κοντά στην είσοδο ο πύργος του Πολυδεύκη είναι κτίσμα του  16ου  μ. Χ. αι. για την προστασία από τις πειρατικές επιδρομές. Η κατοικημένη περιοχή, σε σχήμα τραπεζίου, χωρίζεται σε διαμερίσματα από δύο μεγάλες οδούς, στις οποίες διασταυρώνονται άλλες μικρότερες. Τους πρώτους βωμούς και τα μικρά ιερά ήλθαν αργότερα να αντικαταστήσουν μεγαλύτεροι ναοί. Δεν έχει όμως ακόμη εντοπιστεί η αγορά της πόλης.
Στο λόφο της ακρόπολης έχουν εντοπιστεί λείψανα αρκετών ναών δωρικού ρυθμού: ο ναός Ο (το χαρακτηρισμό με γράμματα έχουν δώσει οι ιταλοί αρχαιολόγοι) ήταν αφιερωμένος στον Ποσειδώνα, ο ναός Α στους Διόσκουρους (Κάστορα και Πολυδεύκη), ο ναός Β (ελληνιστικής εποχής) στην Δήμητρα ή στον Ασκληπιό. Ο ναός C, αφιερωμένος στον Απόλλωνα, είναι ο αρχαιότερος της περιοχής, αναγόμενος στο 550 π.Χ.· πιθανολογείται ότι λειτουργούσε και ως αρχείο, μια και βρέθηκαν σε αυτόν εκατοντάδες σφραγίδων. Toυ 540 π.Χ. είναι ο ναός D, αφιερωμένος στην Αθηνά.
Στο λόφο Μanuzza έχουν βρεθεί ίχνη αρχαίου συνοικισμού, πιθανόν του 7ου π.Χ. αι., με ιπποδάμειο[1] πολεοδομικό σχήμα.
Επί του ανατολικού λόφου κείνται οι ναοί Ε, F και G. Ο ναός Ε είναι ο πιο πρόσφατος, μια και ανάγεται στο 460-450 π.Χ., και μοιάζει πολύ με τους ναούς Α και Ο· ήταν πιθανότατα αφιερωμένος στην Ήρα. Ο ναός F κατασκευάστηκε όπως ο ναός C και ήταν αφιερωμένος ή στην Αθηνά ή στον Διόνυσο. Ο ναός G είναι ο μεγαλύτερος ναός της Σελινούντος και από τους πιο μεγάλους του ελληνικού κόσμου με διαστάσεις 113 μ. μήκος x 54 μ. πλάτος· ο ναός, που πιθανόν να λειτουργούσε και ως θησαυροφυλάκιο, ήταν αφιερωμένος στον Απόλλωνα ή στον Δία.
Στους πρόποδες του ίδιου λόφου, στις εκβολές του ποταμού Cottone, κείται το λιμάνι Ε, εφοδιασμένο με μώλο, φράγμα και αποθήκες. Ήταν το δευτερεύον λιμάνι της πόλης.
Eπί του λόφου Gàggera έχουν βρεθεί υπολείμματα του πιο αρχαίου ιερού της Σελινούντος, αφιερωμένου στη θεά της γονιμότητας Δήμητρα την Μαλοφόρο (=που φέρνει μήλα)· εικάζεται ότι το ιερό χρησιμοποιούνταν ως σταθμός για τις νεκρικές πομπές που είχαν για προορισμό τους τη νεκρόπολη της Manicalunga. O ιερός χώρος περιλάμβανε μεγάλο βωμό, πέτρινο κανάλι για μεταφορά νερού από κοντινή πηγή, το ναό της Δήμητρας σε σχήμα μεγάρου, δύο μικρούς περιφραγμένους χώρους-περιβόλους, αφιερωμένους αντίστοιχα στην Εκάτη[2] και στον Μειλίχιο Δία κ.ά.
Στις τρεις νεκροπόλεις της Σελινούντος, που κείνται γύρω από τους πιο πάνω λόφους, έχουν βρεθεί αμφορείς, αγγεία, αγαλματίδια από τερακότα, σαρκοφάγοι, λείψανα ζώων (από θυσίες) κ.ά. Το πιο σημαντικό εύρημα είναι ο έφηβος της Σελινούντος.



[1] Ιππόδαμος: γνωστός πολεοδόμος από τη Μίλητο, που είχε εκπονήσει και το πολεοδομικό σχέδιο του Πειραιά.
[2] Χθόνια θεά της μαγείας, των φαντασμάτων και του σκότους. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου